Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο επιμένει στην ανάγκη ελάφρυνσης του χρέους το συντομότερο δυνατόν, στο πλαίσιο της
επόμενης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος που αναμένεται να...
ξεκινήσει το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου. Σημαντικό αγκάθι κατά τη διαπραγμάτευση, ωστόσο, παραμένει ο «άγνωστος Χ» των κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών που θα προκύψει από τα νέα τεστ κοπώσεως (stress test). Η ελληνική πλευρά θα ήθελε τη χρηματοδότηση αυτών των αναγκών αποκλειστικά από τις αγορές, ώστε να αξιοποιήσει τα διαθέσιμα κεφάλαια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας είτε για την κάλυψη μελλοντικών αναγκών του προγράμματος είτε για την ελάφρυνση του χρέους.
Στο ζήτημα των κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών, κοινή είναι πλέον η εκτίμηση ότι αυτές θα χρειαστούν επιπλέον κεφάλαια. To ΔΝΤ έχει εκφράσει την ανησυχία του για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, όπως ωστόσο το θέτει πηγή του στην «Κ», έχει αποφασίσει «να μη σηκώσει κόκκινη σημαία» για το θέμα. Το «μαξιλάρι» των 11 δισ. ευρώ του ΤΧΣ εκτιμάται άλλωστε ότι θα είναι υπεραρκετό, κάτι στο οποίο επίσης φαίνεται να συμφωνούν όλες οι πλευρές. Εκεί που διαφωνούν, ωστόσο, είναι η σκοπιμότητα της χρησιμοποίησής του για την κάλυψη αυτών των αναγκών. Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε πρόσφατα ότι τα κεφάλαια του ΤΧΣ είναι διαθέσιμα ακριβώς για τον σκοπό αυτόν. Η ελληνική πλευρά ωστόσο θα προτιμούσε να προχωρήσει στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από τις αγορές για δύο λόγους. Πρώτον, διότι η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα μπορούσε να καλύψει με αυτά το χρηματοδοτικό κενό του προγράμματος χωρίς να χρειαστεί νέο πακέτο στήριξης. Δεύτερον, διότι η αξιοποίηση του ΤΧΣ για τις τράπεζες θα μείωνε την αξία των ιδιωτών επενδυτών σε αυτές, κάτι που θα ήθελαν να αποφύγουν οι τελευταίοι.
Βέβαια, δεν λείπουν οι προειδοποιήσεις των πιστωτών ότι, αν τα χρήματα του ΤΧΣ δεν χρησιμοποιηθούν για τη στήριξη των τραπεζών, θα πρέπει να επιστραφούν. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, όμως, η ελληνική κυβέρνηση βλέπει όφελος, καθώς ό,τι επιστραφεί θα αφαιρεθεί από το δημόσιο χρέος, συμβάλλοντας στην ελάφρυνσή του κατά ένα διόλου ευκαταφρόνητο 5% του ΑΕΠ.
Στην επόμενη αξιολόγηση, εξάλλου, θα γίνουν νέοι υπολογισμοί για τη βιωσιμότητα του χρέους, οι οποίοι εκτιμάται ότι θα καθιστούν αναγκαία την αναδιάρθρωση. Ετσι, το ΔΝΤ βασίζεται στη συμφωνία του Νοεμβρίου 2012 στο Eurogroup για ελάφρυνση του χρέους. Οπως το έθεσε ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου του Ταμείου Ουίλιαμ Μάρεϊ την περασμένη εβδομάδα, εφόσον η Ελλάδα ακολουθεί τις δεσμεύσεις του προγράμματος, οι Ευρωπαίοι εταίροι της έχουν συμφωνήσει «στην όποια επιπλέον ελάφρυνση του χρέους, όπως αυτή χρειάζεται, ώστε να συμβάλουν στη μείωση του ελληνικού χρέους στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και σε σημαντικά κάτω από το 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022».
Καθώς μάλιστα η Ελλάδα πέτυχε ήδη πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2013, το ΔΝΤ εκτιμά ότι το θέμα πρέπει πλέον να μπει στο τραπέζι. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη διάθεση κάποιων Ευρωπαίων να τρενάρουν τη διαπραγμάτευση μέχρι το επόμενο έτος, ώστε να έχουν και τα στοιχεία του 2014, ενώ πηγές της ΕΚΤ αμφιβάλλουν ότι χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους. Κάποιοι οικονομολόγοι εκτιμούν πλέον ότι το δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο, με τον κ. Ρέγκλινγκ να τονίζει πρόσφατα σε διάλεξή του στην Τράπεζα της Ελλάδος ότι η βιωσιμότητά του είναι εξασφαλισμένη τουλάχιστον για την επόμενη δεκαετία, με δεδομένα τα χαμηλά επιτόκια και τις λήξεις των ελληνικών ομολόγων, που εκτείνονται σε ορίζοντα τριακονταετίας.
Ωστόσο, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας θύμισε ότι η συμφωνία του Νοεμβρίου 2012, την οποία ο ίδιος διαπραγματεύθηκε ως υπουργός Οικονομικών, είχε έναν χαρακτήρα «επιβράβευσης» για τις θυσίες των Ελλήνων που δεν πρέπει να αγνοηθεί. Οι τελευταίες λαμβάνουν τη μορφή της εσωτερικής υποτίμησης, με τις μεγάλες μειώσεις μισθών, και της υψηλής ανεργίας, που ακόμη και μία μελέτη οικονομολόγων του ΔΝΤ την περασμένη εβδομάδα εκτίμησε ότι υπονομεύει τελικά την ανταγωνιστικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Μάρεϊ τόνισε ότι «το ΔΝΤ υποστηρίζει τον στόχο των ελληνικών αρχών να αποφύγουν οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, γι’ αυτό είναι σημαντικό να προχωρήσουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στα δημοσιονομικά, με εκσυγχρονισμό των δημοσιονομικών θεσμών», όπως η βελτίωση της φορολογικής διοίκησης που υπολείπεται.
Πηγή
Πηγή tro-ma-ktiko.blogspot.gr
επόμενης αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος που αναμένεται να...
ξεκινήσει το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Σεπτεμβρίου. Σημαντικό αγκάθι κατά τη διαπραγμάτευση, ωστόσο, παραμένει ο «άγνωστος Χ» των κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών που θα προκύψει από τα νέα τεστ κοπώσεως (stress test). Η ελληνική πλευρά θα ήθελε τη χρηματοδότηση αυτών των αναγκών αποκλειστικά από τις αγορές, ώστε να αξιοποιήσει τα διαθέσιμα κεφάλαια του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας είτε για την κάλυψη μελλοντικών αναγκών του προγράμματος είτε για την ελάφρυνση του χρέους.
Στο ζήτημα των κεφαλαιακών αναγκών των ελληνικών τραπεζών, κοινή είναι πλέον η εκτίμηση ότι αυτές θα χρειαστούν επιπλέον κεφάλαια. To ΔΝΤ έχει εκφράσει την ανησυχία του για τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, όπως ωστόσο το θέτει πηγή του στην «Κ», έχει αποφασίσει «να μη σηκώσει κόκκινη σημαία» για το θέμα. Το «μαξιλάρι» των 11 δισ. ευρώ του ΤΧΣ εκτιμάται άλλωστε ότι θα είναι υπεραρκετό, κάτι στο οποίο επίσης φαίνεται να συμφωνούν όλες οι πλευρές. Εκεί που διαφωνούν, ωστόσο, είναι η σκοπιμότητα της χρησιμοποίησής του για την κάλυψη αυτών των αναγκών. Ο επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM) Κλάους Ρέγκλινγκ δήλωσε πρόσφατα ότι τα κεφάλαια του ΤΧΣ είναι διαθέσιμα ακριβώς για τον σκοπό αυτόν. Η ελληνική πλευρά ωστόσο θα προτιμούσε να προχωρήσει στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών από τις αγορές για δύο λόγους. Πρώτον, διότι η κυβέρνηση ελπίζει ότι θα μπορούσε να καλύψει με αυτά το χρηματοδοτικό κενό του προγράμματος χωρίς να χρειαστεί νέο πακέτο στήριξης. Δεύτερον, διότι η αξιοποίηση του ΤΧΣ για τις τράπεζες θα μείωνε την αξία των ιδιωτών επενδυτών σε αυτές, κάτι που θα ήθελαν να αποφύγουν οι τελευταίοι.
Βέβαια, δεν λείπουν οι προειδοποιήσεις των πιστωτών ότι, αν τα χρήματα του ΤΧΣ δεν χρησιμοποιηθούν για τη στήριξη των τραπεζών, θα πρέπει να επιστραφούν. Ακόμη και σε αυτή την περίπτωση, όμως, η ελληνική κυβέρνηση βλέπει όφελος, καθώς ό,τι επιστραφεί θα αφαιρεθεί από το δημόσιο χρέος, συμβάλλοντας στην ελάφρυνσή του κατά ένα διόλου ευκαταφρόνητο 5% του ΑΕΠ.
Στην επόμενη αξιολόγηση, εξάλλου, θα γίνουν νέοι υπολογισμοί για τη βιωσιμότητα του χρέους, οι οποίοι εκτιμάται ότι θα καθιστούν αναγκαία την αναδιάρθρωση. Ετσι, το ΔΝΤ βασίζεται στη συμφωνία του Νοεμβρίου 2012 στο Eurogroup για ελάφρυνση του χρέους. Οπως το έθεσε ο αναπληρωτής εκπρόσωπος Τύπου του Ταμείου Ουίλιαμ Μάρεϊ την περασμένη εβδομάδα, εφόσον η Ελλάδα ακολουθεί τις δεσμεύσεις του προγράμματος, οι Ευρωπαίοι εταίροι της έχουν συμφωνήσει «στην όποια επιπλέον ελάφρυνση του χρέους, όπως αυτή χρειάζεται, ώστε να συμβάλουν στη μείωση του ελληνικού χρέους στο 124% του ΑΕΠ μέχρι το 2020 και σε σημαντικά κάτω από το 110% του ΑΕΠ μέχρι το 2022».
Καθώς μάλιστα η Ελλάδα πέτυχε ήδη πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα το 2013, το ΔΝΤ εκτιμά ότι το θέμα πρέπει πλέον να μπει στο τραπέζι. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη διάθεση κάποιων Ευρωπαίων να τρενάρουν τη διαπραγμάτευση μέχρι το επόμενο έτος, ώστε να έχουν και τα στοιχεία του 2014, ενώ πηγές της ΕΚΤ αμφιβάλλουν ότι χρειάζεται ελάφρυνση του χρέους. Κάποιοι οικονομολόγοι εκτιμούν πλέον ότι το δημόσιο χρέος είναι βιώσιμο, με τον κ. Ρέγκλινγκ να τονίζει πρόσφατα σε διάλεξή του στην Τράπεζα της Ελλάδος ότι η βιωσιμότητά του είναι εξασφαλισμένη τουλάχιστον για την επόμενη δεκαετία, με δεδομένα τα χαμηλά επιτόκια και τις λήξεις των ελληνικών ομολόγων, που εκτείνονται σε ορίζοντα τριακονταετίας.
Ωστόσο, ο διοικητής της ΤτΕ Γιάννης Στουρνάρας θύμισε ότι η συμφωνία του Νοεμβρίου 2012, την οποία ο ίδιος διαπραγματεύθηκε ως υπουργός Οικονομικών, είχε έναν χαρακτήρα «επιβράβευσης» για τις θυσίες των Ελλήνων που δεν πρέπει να αγνοηθεί. Οι τελευταίες λαμβάνουν τη μορφή της εσωτερικής υποτίμησης, με τις μεγάλες μειώσεις μισθών, και της υψηλής ανεργίας, που ακόμη και μία μελέτη οικονομολόγων του ΔΝΤ την περασμένη εβδομάδα εκτίμησε ότι υπονομεύει τελικά την ανταγωνιστικότητα. Σε αυτό το πλαίσιο, ο κ. Μάρεϊ τόνισε ότι «το ΔΝΤ υποστηρίζει τον στόχο των ελληνικών αρχών να αποφύγουν οριζόντιες περικοπές σε μισθούς και συντάξεις, γι’ αυτό είναι σημαντικό να προχωρήσουν οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στα δημοσιονομικά, με εκσυγχρονισμό των δημοσιονομικών θεσμών», όπως η βελτίωση της φορολογικής διοίκησης που υπολείπεται.
Πηγή
Πηγή tro-ma-ktiko.blogspot.gr
0 Comments :
Δημοσίευση σχολίου