Πρόκειται ίσως για τη
λαμπρότερη, μυστικιστικότερη και ατμοσφαιρικότερη γιορτή που κάθε χρόνο
γεμίζει με φως κι ελπίδα τις καρδιές των ανθρώπων. Αυτό που γιορτάζουν
οι Τηνιακοί και κατ’επέκταση όλος ο ορθόδοξος χριστιανικός κόσμος είναι η εύρεση της εικόνας της Παναγίας της Τήνου. Κάθε χρόνο στις 30 Ιανουαρίου πλήθος κόσμου κατακλύζει το νησί για να γιορτάσουν μαζί με τους ντόπιους το θαυματουργό γεγονός της Εύρεσης. Οι κάτοικοι προετοιμάζονται μέρες πριν με τους πιο παραδοσιακούς να κατασκευάζουν μόνοι τους τα λεγόμενα «Φαναράκια» και τους πιο μοντέρνους να τα αγοράζουν έτοιμα. Με τη δύση του ήλιου τελείται η παραδοσιακή λαμπαδηφορία με τα «Φαναράκια» από τα προπύλαια του Ναού της Παναγίας, ψάλλοντας και με τους ήχους της Φιλαρμονικής του Ιερού Ιδρύματος το: «Δεύτε Τήνιοι πολίτες να πανηγυρίσουμε, εύρεση της Παναγιάς μας όλοι να υμνήσουμε!» και πολλά άλλα χαρμόσυνα τροπάρια και ύμνους της «Ευρέσεως».
Αξίζει να αφιερώσουμε λίγο χρόνο στην ιστορία
που κρύβεται πίσω από την Εύρεση της Εικόνας και να διαβάσουμε ως ένα
είδος ευχάριστου αφηγήματος τον τρόπο που βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας
σύμφωνα με πηγές sostis.gr και www.actimon.gr:
«Μοιάζει
σαν να μην έχει περάσει ένας χρόνος από την ιστορική μέρα, που ο
επίσκοπος Πατρών Γερμανός ύψωσε το λάβαρο της επαναστάσεως.
Στο μοναστήρι του Κεχροβουνίου, η μοναχή Πελαγία, ύστερα από τη βραδινή
προσευχή, αποσύρθηκε στο κελί της να ησυχάσει. Ενώ είχε αποκοιμηθεί,
ένιωσε ξαφνικά μιαν άρρητη ευωδία κι αμέσως άκουσε την πόρτα του κελιού
να ανοίγει με πάταγο. Μια μεγαλόπρεπη γυναίκα, που άστραφτε σα
Βασίλισσα, μπήκε μέσα και στάθηκε απέναντι από το κρεβάτι της.
-Σήκω γρήγορα, της
είπε. Πήγαινε να συναντήσεις τον Σταματέλλο Καγκάδη. Και πες του πως στο
χωράφι του Αντώνη Δοξαρά είναι χωμένη χρόνια τώρα η εικόνα μου. Να
φροντίσει να τη βγάλει και να χτίσει το σπίτι μου.
Η γερόντισσα ξύπνησε
τρομαγμένη, αλλά από ταπείνωση δεν υπάκουσε στην εντολή. Την άλλη
εβδομάδα, την ώρα που η μοναχή προσευχόταν, δέχτηκε στον ίδιο τόπο για
δεύτερη φορά την επίσκεψη της Παναγίας. Τη φορά αυτή η Θεοτόκος συνόδευε
τα λόγια της μ’ένα γλυκό μειδίαμα, σαν να έλεγε: «Γνωρίζω τους
λογισμούς και δισταγμούς σου, αλλά μη φοβάσαι. Εσένα διάλεξα για να
εκπληρώσεις τη βουλή μου. Λοιπόν, μη διστάζεις. Αν δεν υπακούσεις
φοβερός λοιμός θα πέσει στο νησί».
Αλλά ο δισταγμός
κρατούσε ακόμη δέσμια την αγαθή γερόντισσα. Έτσι βαριά επιδημία πλήττει
τους νησιώτες με αποτέλεσμα οι κάτοικοι να μετακινούνται από τη χώρα
προς τα περίχωρα του νησιού. Η Θεοτόκος την επισκέπτεται και τρίτη φορά,
την 29η Ιουλίου 1822, σε ώρα πάλι προσευχής. Την είδε τότε η
μοναχή να στέκεται μπροστά της ακίνητη και να εκπέμπει τριγύρω της ένα
ουράνιο φως, απαλό και λευκό. Ύστερα κάρφωσε το βλέμμα της και είπε:
-Πελαγία, γιατί δεν υπάκουσες την εντολή μου; Την επαναλαμβάνω τώρα για τελευταία φορά.
Εκείνη τρομαγμένη επιστράτευσε όλο το θάρρος της και ρώτησε:
-Ποιά είσαι, Κυρία, που με διατάζεις τέτοια πράγματα και οργίζεσαι μαζί μου?
Τότε η Κυρία φάνηκε πως ανέκτησε την πρώτη γλυκύτητα, σήκωσε το χέρι σα να έδειχνε όλον τον κόσμο και είπε χαριτωμένα:
-«Ευαγγελίζου γη χαράν μεγάλην».
-«Αινείτε ουρανοί Θεού την δόξαν», ψέλλισε η μοναχή κι έπεσε στα γόνατα.
Η καμπάνα σήμανε για
τον όρθρο. Η μοναχή Πελαγία σηκώθηκε, έκανε το σταυρό της και κατηφόρισε
για το ναό. Όταν διηγήθηκε στην ηγουμένη το δράμα της, εκείνη την
άκουσε με προσοχή και δέος. Τέλος, της είπε:
-Πελαγία, το όραμά σου είναι θεικό και σε μακαρίζω. Αύριο το πρωί να ενεργήσεις σύμφωνα με τη διαταγή που έλαβες.
Την επομένη, η εκλεκτή
της Παναγίας ξεκίνησε για την Καρυά, όπου συνάντησε τον Σταματέλλο
Καγκάδη. Κι αυτός συγκινημένος την παρέπεμψε στον επίσκοπο Γαβριήλ. Ο
επίσκοπος παρακολούθησε δακρυσμένος την αφήγηση. Ύστερα με σοβαρή και
τρεμάμενη φωνή έδωσε την ακόλουθη εξήγηση:
-Το δράμα σου,
γερόντισσα, είναι πολύ σημαντικό. Η Παναγία, η υπέρμαχος Στρατηγός, που
πάντοτε μας προστατεύει, είδε τα δεινοπαθήματά μας, γι’αυτό
ευαγγελίζεται στο δούλο γένος μας την απελευθέρωσή του από το βαρβαρικό
ζυγό. Και μας φανερώνει την άγια εικόνα της, για να ενδυναμώσει το έθνος
μας στον αγώνα αυτό.
Οι καμπάνες του ιερού
ναού των Ταξιαρχών αναστατώνουν τους κατοίκους. Ο δεσπότης με λόγια
θερμά συγκλονίζει το λαό, ο οποίος με θρησκευτική έξαρση αποδύεται στην
προσπάθεια για την εύρεση της εικόνας. Ζητούν αμέσως άδεια από τη
γυναίκα του Δοξαρά, για ν’αρχίσουν τις ανασκαφές στο κτήμα του. Εκείνη,
όμως, αρνείται, με τη δικαιολογία ότι δεν έχει τέτοια πληρεξουσιότητα
από το σύζυγό της, ο οποίος λείπει στην Κωνσταντινούπολη. Εξ άλλου το
κτήμα είναι καλλιεργημένο και δεν πρέπει να καταστραφεί.
Τη νύχτα βλέπει στον
ύπνο της ένα φοβερό όνειρο. Ένας άγριος φουστανελοφόρος την απειλεί,
πως, αν δε δώσει την άδεια, θα την εξοντώσει. Τρομαγμένη εκείνη ξυπνά
και τρέχει να βγει από το σπίτι. Στην παραζάλη της, όμως, αντί να
ανοίξει την πόρτα του δωματίου, άνοιξε της ιματιοθήκης και κλείστηκε
μέσα. Το πρωί τη βρήκαν εκεί λιπόθυμη. Μόλις συνήλθε ειδοποίησε τον
Επίσκοπο πως όχι μόνο δίνει την άδεια, αλλά προσφέρει και το ίδιο το
κτήμα για ανέγερση ναού, αν βρεθεί η εικόνα.
.
Έτσι λοιπόν, αρχίζουν
οι ανασκαφές στο κτήμα του Δοξαρά το Σεπτέμβριο του 1822. Δουλεύουν
εργάτες απ’ όλο το νησί, αλλά η εικόνα δε φανερώνεται. Ο ζήλος
μαραίνεται και σε δύο μήνες το σκάψιμο σταματά. Τότε επεμβαίνει η
Μεγαλόχαρη με νέο θαύμα για να υπενθυμίσει στους κατοίκους το
χρέος τους. Η σύζυγος και η αδερφή του Καγκάδη, τον οποίο η Θεοτόκος
υπέδειξε ονομαστικά για την εύρεση της εικόνας αρρωσταίνουν βαριά. Ο
κίνδυνος αυτός τον κάνει να συναισθανθεί την ιερή ευθύνη που είχε
επωμιστεί από τη Θεοτόκο. Σπεύδει λοιπόν, στον επίσκοπο και τον
παρακαλεί να προκαλέσει σε γενική κινητοποίηση αρχόντων και λαού. Είναι
πρόθυμος και χρήματα να δώσει προκειμένου να ξαναρχίσουν οι ανασκαφές.
Πράγματι το σκάψιμο
ξαναρχίζει. Οι χωρικοί δουλεύουν με βάρδιες, αλλά τους τριγυρίζει και
πάλι η αποκαρδίωση. Η μεγάλη όμως ημέρα πλησιάζει. Στις 30 Ιανουαρίου 1823
σκάβουν με τη σειρά τους στο χωράφι οι Φαλαταδιανοί. Γύρω στο μεσημέρι η
αξίνα του Δημήτρη Βλάσση χτυπά πάνω σε ξύλο. Ρίγησε ο ευλαβής χωρικός
από συγκίνηση και πλημμυρισμένος χαρά πήρε στα χέρια του το κομμάτι που
βρήκε.
Πράγματι, είχε βρει την εικόνα,
αλλά μόνο τη μισή, τον Άγγελο. Σε λίγο βρήκαν και την άλλη μισή. Κάποια
αξίνα την είχε χωρίσει στα δύο, χωρίς να βλάψει καθόλου τα πρόσωπα. Η
τομή από θεία επέμβαση είχε γίνει κάθετα. Η ιερή εικόνα καθαρίστηκε και
πρόβαλε η γλυκειά μορφή της Παρθένου. Παριστάνει τον Ευαγγελισμό και πρόκειται για ένα αριστούργημα τέχνης.
Αστραπιαία η είδηση
έφθασε σε κάθε σημείο του νησιού και αμέσως όλοι οι Τήνιοι παράτησαν
κάθε ασχολία και κατευθύνθηκαν στις Πόλεις να δουν και να προσκυνήσουν
την εικόνα. Επειδή, όμως, θα τους προλάβαινε η νύχτα στο δρόμο, όλοι
πήραν μαζί τους και από ένα λαδοφάναρο.
Έτσι, εκείνη τη νύχτα όλες οι στράτες και τα μονοπάτια του νησιού γέμισαν φώτα καθώς στη σειρά μέσα στο σκοτάδι –σε τριάντα χιλιάδες υπολογίζονται οι κάτοικοι της Τήνου μαζί με τους πρόσφυγες από τα ελληνικά νησιά εκείνα τα χρόνια- κατέβαιναν οι Τήνιοι από τα χωριά και τις εξοχές στη Χώρα, η οποία σημειωτέον είχε εγκαταλειφθεί εξαιτίας του λοιμού.
Το γεγονός της πάμφωτης νύχτας αποτυπώθηκε βαθειά στη μνήμη των Τηνίων και έκτοτε, μαζί με τον εορτασμό της ευρέσεως της εικόνας και τις λαμπρές εκδηλώσεις της εκκλησίας καθιερώθηκε να εορτάζεται και με λαμπαδηφορία
όπου συμμετέχουν όλοι οι Τήνιοι. Η λαμπαδηφορία γίνεται το απόγευμα της
παραμονής της εορτής των Τριών Ιεραρχών, στις 29 Ιανουαρίου και
αποτελεί φόρο τιμής και μνήμης στους προγόνους που έτρεξαν με τα
λαδοφάναρά τους να προσκυνήσουν την εικόνα και έκαναν εκείνη τη νύχτα,
την πιο φωτεινή νύχτα στην ιστορία της Τήνου. Σ’ αυτούς λοιπόν και στη
νεολαία της Τήνου είναι αφιερωμένη η νύχτα με τα φαναράκια και τη
μουσική από τη φιλαρμονική.
Νωρίς το απόγευμα της
παραμονής, κόσμος πολύς αρχίζει να συγκεντρώνεται στο μεγάλο προαύλιο
της εκκλησίας της Μεγαλόχαρης. Όλες οι ηλικίες δίνουν το παρόν τους
κρατώντας στα χέρια τους τα φαναράκια τους που μπορεί να λέγονται ενετικά, αλλά όπως δείχνουν τα πράγματα μπορεί να λέγονται και τηνιακά, αφού αποτελούν το απαραίτητο στοιχείο για αυτή τη λαμπαδηφορία των Τηνίων.
Αυτά τα φαναράκια
μπορεί να μοιάζουν μεταξύ τους, δεν είναι όμως έτσι. Υπάρχουν βεβαίως
πολλά τυποποιημένα φαναράκια, κάποια απ’ αυτά μοιράζουν το Ίδρυμα της
Παναγίας και ο Δήμος για τους επισκέπτες, καθένας Τήνιος σχεδόν έχει το δικό του φαναράκι και οπωσδήποτε έχει μια ιδιαίτερη σχέση με αυτό.
Υπάρχουν λοιπόν φαναράκια που κοσμούνται με το περίγραμμα της εκκλησίας
της Παναγίας, άλλα με τη θρυλική «Έλλη» ενώ δεν λείπουν και κάπως πιο
προχωρημένα και μοντέρνα διακοσμητικά μοτίβα.
Όλα είναι βαμμένα με
διάφορα χρώματα, και κλείνουν με πολύχρωμες διαφανείς μεμβράνες για να
μη σβήνει ο αέρας τη φλόγα. Για να μη συμβαίνουν δε απρόοπτα, όλα τα
φαναράκια κρεμιούνται από ένα κοντάρι και όπως στέκονται ψηλά
σχηματίζουν με τα φώτα τους, ένα λαμπερό ποτάμι που είναι ιδιαίτερα
εντυπωσιακό όταν πλημμυρίζει τον κεντρικό δρόμο του νησιού, ένα ποτάμι
γεμάτο φως και ήχους που σιγά – σιγά απλώνεται σε όλους τους δρόμους της
πόλης που φωτίζεται και από τα βεγγαλικά που ρίχνουν τα αγκυροβολημένα πλοία στον ουρανό της Τήνου.
Παλιότερα, τα φαναράκια ήταν μια κατασκευή που ήταν στοιχείο άμιλλας μεταξύ των μαθητών και
πολλοί είχαν διακριθεί σε αυτήν την τέχνη. «Μέρες αξέχαστες.
Εγκατέλειπαν –γράφει ο Νικ. Κ. Αλαβάνος, στον Αστέρα της Τήνου
(15/2/54)- για λίγο τα βιβλία και το έριχναν στο γλέντι. Τύφλα να ΄χουν
για μας τα βενετσιάνικα φαναράκια. Τα άλλα τα στραβά, τα δίχως
συμμετρία, τα ασουλούπωτα, μιλούν στην ψυχή μας. Και τι συναγωνισμός,
ποιός θα κάνει το καλύτερο…».
Σήμερα δεν υπάρχει αυτός ο συναγωνισμός στην κατασκευή, αλλά αν κάποιος βρεθεί αυτό το βράδυ στην Τήνο, θα καταλάβει πως η νεολαία της Τήνου κρατάει με την ίδια ζέση και λαχτάρα τα φαναράκια της ψηλά. Όπως το μεσημέρι στην παρέλαση που γίνεται κατά τη λιτανεία της εικόνας,
την πρώτη θέση μεταξύ άλλων, έχουν οι μαθητές των σχολείων, έτσι και το
βράδυ με τα φαναράκια στους δρόμους της πόλης, ζωντανεύουν τις ελπίδες
των Τηνίων για τον τόπο τους.
.
Στη λαμπαδηφορία συμμετέχουν όλοι οι Τήνιοι, το στίγμα της εορτής όμως.....Διαβάστε περισσότερα
0 Comments :
Δημοσίευση σχολίου