Γράφει ο Κωνσταντίνος Λεονάρδος
Είναι δεδομένη η παθολογική αγάπη που έχω για τη Τήνο. Δεν είμαι αντικειμενικός και δεν
πρόκειται να αλλάξω. Η Τήνος ήταν, είναι και ευελπιστώ να είναι σημείο αναφοράς για τη ζήση μου. Έτσι κάθε φορά που η νοσταλγία μου για αυτή φθάνει στο αποκορύφωμα, τότε πιάνω το πληκτρολόγιο (παλαιότερα θα έλεγα πως πιάνω το μολύβι) και προσπαθώ να τη θυμήθω μέσα από τις λέξεις. Πόσο πιο ζωντανή θα ήταν η γραφή εάν χρησιμοποιούσα το μολύβι, να δημιουργώ τις λέξεις μια μια με τα χέρια μου και όχι να τις κοιτώ να εμφανίζονται στην οθόνη.. αααα εδώ οι καλοί μου φίλοι θα έλεγαν πως έχω μείνει τουλάχιστον μια δεκαετία πίσω. Δίκιο έχουν. Ας θεωρηθούν οι παραπάνω δυο προτάσεις μια μικρή παρένθεση.
πρόκειται να αλλάξω. Η Τήνος ήταν, είναι και ευελπιστώ να είναι σημείο αναφοράς για τη ζήση μου. Έτσι κάθε φορά που η νοσταλγία μου για αυτή φθάνει στο αποκορύφωμα, τότε πιάνω το πληκτρολόγιο (παλαιότερα θα έλεγα πως πιάνω το μολύβι) και προσπαθώ να τη θυμήθω μέσα από τις λέξεις. Πόσο πιο ζωντανή θα ήταν η γραφή εάν χρησιμοποιούσα το μολύβι, να δημιουργώ τις λέξεις μια μια με τα χέρια μου και όχι να τις κοιτώ να εμφανίζονται στην οθόνη.. αααα εδώ οι καλοί μου φίλοι θα έλεγαν πως έχω μείνει τουλάχιστον μια δεκαετία πίσω. Δίκιο έχουν. Ας θεωρηθούν οι παραπάνω δυο προτάσεις μια μικρή παρένθεση.
Έλεγα λοιπόν, πως όταν μου λείπει πολύ, της γράφω. Όπως έγραφαν οι εραστές γράμματα κι όχι μηνύματα μέσω του κινητού τους τηλεφώνου. Το γράμμα ήταν αληθινό, το έπιανες στα χέρια σου και ήταν σαν να ακουμπάς τα δάκτυλα που σκάλισαν τα γράμματα και ένιωθες τον αποστολέα λιγάκι πιο κοντά σου. Με την ίδια αγνότητα της γράφω αλλά ποτέ δεν μου απαντά στα γράμματά μου. Κάθε χειμώνα η ίδια ιστορία. Δεν μπαίνει στον κόπο να μου απαντήσει ποτέ. Τα καλοκαίρια όμως μου δίνει το κάτι παραπάνω. Σα να βγαίνει από την χειμερία νάρκη της και είναι έτοιμη να ζευγαρώσει. Με αυτή τη διάθεση πήγα και φέτος να τη συναντήσω και για άλλη μια φορά μου έδειξε το πιο γλυκό της πρόσωπο.
Εννιά Αυγούστου ήταν. Περίπου εννέα και μισή έπεσε η μποκαπόρτα και μύρισα το άρωμά της. Γιόμισα τα ασθενικά από τα καυσαέρια της Αθήνας πνευμόνια μου με Τηνιακό θαλασσινό άρωμα. Πόσο εγωιστής μπορεί να είμαι και να μην παραδέχομαι πως και στο λιμάνι της Άνδρου ο αέρας είναι ο ίδιος. Όχι, από το στενό και έπειτα ο αέρας παίρνει άρωμα από Ίωνες, από αρχαία διονυσιακά μυστήρια, από βυζαντινά και βενετσιάνικα πνεύματα που ζουν στο τόπο αυτο και κάνουν τους ανθρώπους του να διαφέρουν από τους υπόλοιπους κυκλαδίτες. Φυσικά, όλα αυτά ζουν στη δική μου εγωιστική φαντασία!
Εννιά Αυγούστου λοιπόν, το πρόγραμμα είχε Ταραμπάδο. Δε θα κρυφθώ πίσω από το δακτυλό μου, αλλά φέτος ένιωσα πως μεγάλωσα κάπως για τέτοιου είδος διασκέδαση, βέβαια και του χρόνου εκεί θα είμαι. Οι φωτισμένοι περιστεριώνες απέναντι από το χωριουδάκι, η μουσική, η καλοκαιρινή διάθεση και το ποτό έκαναν το μέρος ιδανικό για την απαρχή νέων ερώτων. Αν και δεν ήμουν αυτόπτης μάρτυς σε κάτι τέτοιο, φαντάζομαι πως θα υπήρξαν μπλεξίματα ερωτικής φύσεως. Τι πιο όμορφο από το να συνδέσει κάποιος την αρχή ενός έρωτα με ένα γραφικό μέρος. Εκεί λοιπόν στο Ταραμπάδο, μακρυά από έρωτες και μπλεξίματα συνάντησα μια καλή μου φίλη, Αθηναία. Τι σου είναι το νησάκι λέω! Ήρθα ως εδώ για να ξεφύγω από την Αθήνα και τη συναντώ μπροστά μου. Η Τήνος φταίει που σαν μαγνήτης έλκει κοντά της όποιον την επισκέπτεται. Οι κουβέντες μας λίγες μα ζεστές. Δεν μπορώ να το περιγράψω αλλιώς. Κουβέντες ζεστές είναι εκείνα τα λόγια που ενώ ως λέξεις, πολλές φορές δεν λένε τίποτα, παρόλα αυτά βγαίνουν με μια κρυφή γλύκα. Κάπως έτσι πήγε το πρώτο βράδυ.
Η πρώτη επαφή με τη θάλασσα της Τήνου πραγματοποιήθηκε στα καλύβια. Το νερό κρύο όπως πρέπει να είναι, ο κόσμος στην παραλία αρκετός όπως πρέπει να είναι, η μουσική δροσερή, σε ιδανικά ντεσιμπέλ όπως πρέπει να είναι ώστε να μη σου καλύπτει τον ήχο της φύσης, η παρέα όμορφη όπως πρέπει να είναι. Κολυμπήθρα, Πάνορμος, Λιβάδα, Μαραθιά, Λαούτι, Πύργος, Βωλάξ μερικοί από τους φετινούς προορισμούς. Πάλι ένιωσα πως άφησα απέξω τόσα μέρη, τόσα ακρογιάλια. Ενώ πήγα στο Σταυρό τόσες φορές, δεν έκανα τον κόπο να κάνω μια βουτιά. Το σκεφθόμουν αλλά κάθε φορά έλεγα αύριο και τώρα το αύριο έγινε 28 Οκτωβρίου. Δεν κατέβηκα τα σκαλάκια του Άγιου Μάρκου, δεν έτρεξα στα Κιόνια από την μια άκρη στην άλλην, δεν περπάτησα να φθάσω στον Πλανήτη ούτε ως την Παναγιά τη Γαστριώτισσα και ενώ πάτησα την αμμουδιά στον Άγιο Σώστη δεν ξέρω γιατί αλλά δεν τόλμησα να βουτήξω. Και αναρωτιέμαι, αν για τα όμορφα έχουμε ποτιστεί με μια αναβλητικότητα τότε στα άσχημα και δύσκολα πως θα μπορέσουμε να κάνουμε το κάτι παραπάνω; Προφανώς δεν βγάζω τον εαυτό μου απέξω απλώς με βολεύει να χρησιμοποιώ το πρώτο πληθυντικό πρόσωπο για να ησυχάζω την βολεμένη ύπαρξή μου, πως είναι κι άλλοι στην ίδια μοίρα με εμένα.
Τα βράδια μας ήταν λίγο πολύ όμοια μα συνάμα ξεχωριστά. Ξεχωριστά γίνονταν γιατί σχεδόν κάθε φορά όλο και κάποιος ντόπιος ή παραθεριστής φίλος θα προστίθεντο στην ήδη υπάρχουσα παρέα. Ο Γιάννης κι η Ιωάννα, ο Σίμος, ο Αλέξανδρος με το μουστάκι του, ο άλλος Αλέξανδρος ή Αλέξης, ο Λορέντζο κι ο Παναγιώτης, η Γιάννα, η Φραγκίσκα, η Έλενα με την Ιωάννα, η Ισιδώρα, η Αγγελίνα, η Στρατηγούλα με τα κορίτσια της, ο Μάκης, η Κατερίνα, ο Γιώργος που τελικά δεν κατάφερα να πάω για φαγητό στο μαγαζί του, η Κωνσταντίνα, η Ματούλα, ο Δημήτρης, η Ξένια, και φυσικά ο Μάκαρος κι η Δώρα. Γνωρίζω πως ξεχνώ πολλούς, αυτό δεν σημαίνει πως δεν είναι σημαντικοί απλώς δε φημίζομαι και για τη δυνατή μου μνήμη. Με άλλους λοιπόν, περισσότερο με άλλους λιγότερο περνούσαμε τις νύχτες μας. Για μένα αυτοί είναι η Τήνος. Για το χαμόγελο που θα μου χαρίσουν, για την αγκαλιά τους και την ερώτηση πότε ήρθες και πόσο θα κάτσεις μπορώ να δεχθώ να μην πάω ξανά πουθενά αλλού. Οι άνθρωποι κάνουν το τόπο πιο όμορφο και αυτό θα ήταν καλό να το έχουμε σαν μπούσουλα όλοι οι Έλληνες.
Ώσπου μια μέρα, άρχισαν όλα τα τελευταία. Το τελευταίο πρωινό στο νησί, το τελευταίο μπάνιο, η τελευταία απογευματινή βόλτα, το τελευταίο βράδυ. Θα ήθελα να σταθώ σε μια απογευματινή περαντζάδα στο λιμάνι και στο τελευταίο μπάνιο. Είναι φορές που μπορεί να νιώσει ένας άνθρωπος ευτυχισμένος χωρίς να έχει συμβεί κάτι το τρομερό. Έχω γνωστούς και φίλους που έχουν μέσα τους κάτι το ανικανοποίητο, κάτι που δε τους αφήνει να χαρούν τη τελειότητα της απλής στιγμής και όλο γυρεύουν το εξεζητημένο για να πουν πως είναι χαρούμενοι. Κι όμως, η Τήνος μου προσέφερε το καλοκαίρι μια τόσο απλή και συνηθισμένη βόλτα που άγγιζε τα όρια της τελειότητας. Κάναμε βόλτα στον εμπορικό δρόμο, από την Παναγία προς το λιμάνι. Πόσο τη τραβάει τη γυναίκα η βιτρίνα. Απολάμβανα τα κορίτσια της συντροφιάς να σταματούν και να κοιτούν εμπορεύματα, να δοκιμάζουν, να με ρωτούν τη γνώμη μου..να μη της δίνουν καμιά σημασία, να προχωράν πιο κάτω, να επιστρέφουν ξανά πιο πάνω. Ο εμπορικός δρόμος συλλογίστηκα είναι το λούνα πάρκ κάθε γυναίκας. Διακόσια βραχιολάκια να έχουν, το διακοσιοστό εικοστό πρώτο είναι πάντοτε το πιο γουστόζικο και ούτω καθεξής. Χαμογέλασα. Έτσι είναι η γυναίκα δεν αλλάζει, λατρεύει το εμπόρευμα αλλά αγαπάει περισσότερο εκείνον που της το προσφέρει ανιδιοτελώς. Και ενώ πλησιάζαμε προς την αρχή του δρόμου στο λιμάνι και η μια φίλη είχε ερωτευτεί κάτι σαγιονάρες, η άλλη με αιφνιδίασε με πισώπλατη αγκαλιά. Ο ήλιος άγγιζε τη γυναίκα του κατά τη δύση, χρώματα πορτοκαλί και κόκκινα παντού και εγώ είχα δυο χέρια τυλιγμένα γύρω μου. Πως γίνεται να ζητήσω κάτι περισσότερο. Εάν δυο χέρια που σε αγκαλιάζουν, χωρίς να έχεις κάνει τίποτα για να προξενήσεις αυτή τη κίνηση, δεν είναι ευτυχία τότε λυπάμαι μα φοβούμαι πως δεν θα τη γνωρίσω ποτέ. Μπορεί να είναι εφήμερη ή και στιγμιαία αλλά είναι ευτυχία. Αυτά τα μαγικά απογεύματα λαμβάνουν χώρα κάπου εκεί μεταξύ εξέδρας και θάλασσας στη Τήνο.
Φθάνοντας σιγά σιγά στην τελευταία μας βουτιά είχε έρθει η ώρα για τον καθιερωμένο μου απολογισμό της χρονιάς. Ναι το γνωρίζω πως ένα τέτοιο απολογισμό κάποιος τον κάνει είτε στα γενεθλιά του είτε στην αρχή κάθε έτους, αλλά είπαμε η Τήνος είναι το δικό μου σημείο αναφοράς. Είμαι στην Μαραθιά, βυθισμένος σε μια ξαπλώστρα, κοιτώ τη θάλασσα και συλλογιέμαι πόσο διαφορετικά καλοκαίρια μου προσφέρει κάθε χρόνο αυτό το νησί. Είναι σαν να παίζει μαζί μου. Με άλλη διάθεση πηγαίνω με άλλην γυρνώ, διαφορετικός άνθρωπος πατώ το πόδι μου στο χώμα του, διαφορετικός άνθρωπος το αποχαιρετώ.
Σα να λαμβάνω μέρος σε μια αρχαία τραγωδία και η στιγμή του αποχωρισμού είναι η στιγμή της κάθαρσης. Φέτος σκεφτόμουν το εξής, αν υπάρχουν κι άλλοι με το ίδιο πάθος για το τόπο τους τι μας κρατάει στα αστικά κέντρα και δεν τα μαζεύουμε να φύγουμε; Βέβαια, θα δώσουμε όλοι τις στερεότυπες απαντήσεις, πως στην επαρχία δεν υπάρχουν δουλειές, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ούτε η διασκέδαση είναι η ίδια. Ακριβώς τα ίδια απαντώ και γω. Έκανα τότε μια τρελή σκέψη, αν λέω αν αφήναμε την Αθήνα και την κάθε Αθήνα στους ντόποιους της και επιστρέφαμε στα χωριά μας και τα νησιά μας τότε αμέσως αμέσως θα δημιουργούνταν ανάγκη για τροφή και στέγαση, άρα η γη θα έπρεπε να φυτευτεί, η θάλασσα να γεμίσει με ψαροκάικα κι η λάσπη να γίνει τούβλο και στέγη.
Επομένως, θα χρειαζόντουσαν εργατικά χέρια, τα χέρια αυτά θα ήθελαν εργαλεία, τα εργαλεία θα χρειαζόντουσαν ανταλλακτικά, τα βράδια τα χέρια θα επιθυμούσαν κάποια διασκέδαση ένα μικρό κεντράκι ίσως ή μια μικρή θεατρική ομάδα να παίζει κάποιο εργάκι. Όταν η γη θα έδινε καρπό και τα ζώα κρέας και μαλλί θα έπρεπε κάποιος να τα μεταφέρει και κάποιος να κάνει την πώληση. Όταν η λάσπη θα γίνονταν οικία χίλιες δυο ειδικότητες θα έπρεπε να λάβουν δράση. “Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις”, είχε πει ο ποιητής. Τόσο απλή σκέψη κι όμως προσωπικά μου πήρε τόσα χρόνια να τη συνειδητοποιήσω και ακόμα παραμένω τόσο δειλός ώστε να τα παρατήσω όλα και να αγοράσω μια ψαρόβαρκα και δίχτυα. Είμαι βλέπετε καλομαθημένος και η δική μου επανάσταση παραμένει ακόμη στα πλαίσια του γραπτού λόγου που με φόντο τη Τήνο παρουσιάζω κάποιες σκέψεις μου.
Σα να λαμβάνω μέρος σε μια αρχαία τραγωδία και η στιγμή του αποχωρισμού είναι η στιγμή της κάθαρσης. Φέτος σκεφτόμουν το εξής, αν υπάρχουν κι άλλοι με το ίδιο πάθος για το τόπο τους τι μας κρατάει στα αστικά κέντρα και δεν τα μαζεύουμε να φύγουμε; Βέβαια, θα δώσουμε όλοι τις στερεότυπες απαντήσεις, πως στην επαρχία δεν υπάρχουν δουλειές, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη και ούτε η διασκέδαση είναι η ίδια. Ακριβώς τα ίδια απαντώ και γω. Έκανα τότε μια τρελή σκέψη, αν λέω αν αφήναμε την Αθήνα και την κάθε Αθήνα στους ντόποιους της και επιστρέφαμε στα χωριά μας και τα νησιά μας τότε αμέσως αμέσως θα δημιουργούνταν ανάγκη για τροφή και στέγαση, άρα η γη θα έπρεπε να φυτευτεί, η θάλασσα να γεμίσει με ψαροκάικα κι η λάσπη να γίνει τούβλο και στέγη.
Επομένως, θα χρειαζόντουσαν εργατικά χέρια, τα χέρια αυτά θα ήθελαν εργαλεία, τα εργαλεία θα χρειαζόντουσαν ανταλλακτικά, τα βράδια τα χέρια θα επιθυμούσαν κάποια διασκέδαση ένα μικρό κεντράκι ίσως ή μια μικρή θεατρική ομάδα να παίζει κάποιο εργάκι. Όταν η γη θα έδινε καρπό και τα ζώα κρέας και μαλλί θα έπρεπε κάποιος να τα μεταφέρει και κάποιος να κάνει την πώληση. Όταν η λάσπη θα γίνονταν οικία χίλιες δυο ειδικότητες θα έπρεπε να λάβουν δράση. “Εάν αποσυνθέσεις την Ελλάδα, στο τέλος θα δεις να σου απομένουν μια ελιά, ένα αμπέλι κι ένα καράβι. Που σημαίνει με άλλα τόσα την ξαναφτιάχνεις”, είχε πει ο ποιητής. Τόσο απλή σκέψη κι όμως προσωπικά μου πήρε τόσα χρόνια να τη συνειδητοποιήσω και ακόμα παραμένω τόσο δειλός ώστε να τα παρατήσω όλα και να αγοράσω μια ψαρόβαρκα και δίχτυα. Είμαι βλέπετε καλομαθημένος και η δική μου επανάσταση παραμένει ακόμη στα πλαίσια του γραπτού λόγου που με φόντο τη Τήνο παρουσιάζω κάποιες σκέψεις μου.
Πως πέρασε η ώρα..μακρυγόρισα έχω την εντύπωση. Και από τη τελευταία βουτιά πως έμπλεξα τις σκέψεις έτσι και βρέθηκες να διαβάζεις φίλε αναγνώστη για αποκέντρωση και ρομαντικές αντιλήψεις. Έχεις δίκιο να λες πως ο λόγος μου δεν έχει συνοχή μα προσπαθώ να σου δώσω να καταλάβεις πως στη Τήνο υπάρχει χρόνος για όλα. Διασκέδαση και απολογισμό, έρωτες και χωρισμοί, βόλτες και μουσεία, τέχνη και εμπόρευμα, θάλασσα και ουρανός. Θα λες ότι παρουσιάζω το νησί σα τη γη της Επαγγελίας..Μην με κρίνεις αυστηρά και μην ξεχνάς στο είπα από την αρχή δεν είμαι αντικειμενικός.
ΠΗΓΗ: www.tinosemagazine.com
0 Comments :
Δημοσίευση σχολίου