Όχι σου λέω, όχι. Δεν είμαστε στο Κολοράντο, μήτε στη Μέση Ανατολή μη-χειρότερα.
Πηγαίνουμε βουρ για τον Βωλάξ. Που μπορεί εκ πρώτης να σου ακούγεται σαν μακρινός εξάδελφος του Αστερίξ, του Οβελίξ και του Πανοραμίξ, αλλά σε διαβεβαιώνω πως είναι μεν χωριό, αλλά ουχί γαλατικό.
Πηγαίνουμε βουρ για τον Βωλάξ. Που μπορεί εκ πρώτης να σου ακούγεται σαν μακρινός εξάδελφος του Αστερίξ, του Οβελίξ και του Πανοραμίξ, αλλά σε διαβεβαιώνω πως είναι μεν χωριό, αλλά ουχί γαλατικό.
Διότι βλέπεις ο Βωλάξ πήρε το όνομά του από την περιοχή του. Από ετούτο το μικρό οροπέδιο που βρίσκεται εν τω μέσω της Τήνου. Και στο οποίο βρίσκεις αραδιασμένες πέτρες. Όχι απλές πέτρες, αλλά μεγάλους σφαιρικούς γρανιτένιους βράχους. Ηφαιστειογενούς προελεύσεως. Οι περισσότεροι είναι ολοστρόγγυλοι. Αν είσαι γεωλόγος, πέφτεις κάτου και παραληρείς.
Έτσι προήλθε λοιπόν και η ονομασία. Βωλάξ εκ του Βώλακος. Τω Βώλακι. Τον Βώλακα. Ναι, είναι ανώμαλο (στο λέω μην έρθεις με τα τακούνια). Και κλίνεται σαν τον βλαξ (που έτσι χαρακτηρίζομεν όποιον έρχεται στην Τήνο και δεν περνάει μία βόλτα από αυτό το αναπάντεχο λαντσκεϊπ). Πόσο είπαμε ότι είχες στα αρχαία;
Διότι ετούτες οι πέτρες είναι σαν γλυπτά. Σαν ένα τεράστιο αρτίστικ ινσταλέισον. Λες και κάποιος ήρθε και τις πέταξε εδώ για να δημιουργήσει ένα αισθητικό αποτέλεσμα. Και αλήθεια στο λέω, είναι από τα πιο ιδιαίτερα τοπία που έχω συναντήσει σε αυτή τη χώρα. Άγριο και συνάμα δραματικά συναρπαστικό.
Ειδικά αν πάρεις ύψος και το ιδείς κάπως πιο μακροσκοπικά. Με φόντο το γαλάζιο του Αιγαίου και τις απλωσιές των ακτών του νησιού.
Σταμάτα να διαμαρτύρεσαι και φθάνουμε. Ο φιδωτός δρόμος σκίζει τους λόγγους του οροπεδίου και χαράσσει μία ακανόνιστη γραμμή απάνου στο βωλακίτικο τελάρο. Τον ακολουθώ σαν να ξετυλίγω ένα κορδόνι που με οδηγεί στον προορισμό μου.
Ορίστε, φαγώθηκες! Νάμαστε! Καλωσήρθες στον Βωλάξ! Σε ένα μέρος μαγευτικό. Και συνάμα περίεργο. Διότι ναι, ο οικισμός ακολουθεί μεν το αιγαιοπελαγίτικο αρχιτεκτονικό ιδίωμα. Αλλά του προσθέτει και δικές του πινελιές.
Τα σχήματα είναι ακανόνιστα. Οι πλευρές δεν είναι αλφαδιασμένες. Και κυρίως, πέτρες -βώλακες ντε- στέκουν ανάμεσα στα σπίτια. Άλλοτε αποτελούν κομμάτι της αυλής τους. Άλλοτε του τοίχου. Κι εξέχει ο μισός βώλακας απέξω και ο άλλος μισός καμπυλώνει εντός.
Σαν παραμυθόσπιτα. Σαν σκηνικό για παιδική παράσταση. Λες και δεν μένουν εδώ άνθρωποι. Αλλά καλικάντζαροι, ξωτικά και χόμπιτς.
Το χωριό είναι μεσαιωνικό. Δηλαδής εντελώς θεόπαλιο. Αν και η ακριβής ημερομηνία ίδρυσής του είναι αδύνατον να προσδιοριστεί. Που σημαίνει ότι δεν του κάμουμε γενέθλια και δεν ξεύρουμε τι ζώδιο είναι. Η πρώτη ιστορική αναφορά του ανάγεται στο 1618, αν και πολλοί υποστηρίζουν ότι η περιοχή είχε κατοικηθεί από αρχαιοτάτων χρόνων. Μεταξύ μας, αν ήμουν εγώ αρχαίος και το έβλεπα, θα ήθελα στα σίγουρα να στήσω το κονάκι μου ανάμεσα σε αυτούς τους γιγάντιους βόλους. Είναι ζούπερ αίσθηση, λέμε!
Τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του οικισμού μπολιάζονται με τις όμορφες τηνιακές διακοσμήσεις και τις βαθιές αποχρώσεις του μπλε στα πορτοπαράθυρα. Αλλά μην νομίζεις ότι πάει φασόν το πράμα.
Κάθε δρομάκι είναι διαφορετικό, κάθε σπίτι δεν μοιάζει με κανένα άλλο. Κι έτσι σε προκαλεί να το ανακαλύψεις όλο. Να τριγυρίσεις κάθε γωνιά και να θαυμάσεις κάθε όψη του. Και αν ψάχνεις για παραφωνία, για κάτι που να σου χαλάσει την αισθητική εμπειρία, την πάτησες και πολύ το χαίρομαι. Δεν υπάρχει, λέμε. Είναι όλα καμωμένα με μεράκι. Και διατηρημένα στο ακέραιο. Τα σπίτια, η εκκλησιά, τα παραδοσιακά μαγαζάκια, οι δύο καφενέδες.
Ο Βωλάξ φημίζεται για την καλαθοπλεκτική του. Κοινώς αν είσαι φαν του πικ νικ ή η Κοκκινοσκουφίτσα, από εδώ έρχεσαι και ψωνίζεις. Καλάθια και κοφίνια για πάσα χρήση. Από τους ντόπιους καλαθοπλέκτες που περνάνε την τέχνη τους από γενιά σε γενιά ως τα σήμερα. Πούχουνε μείνει μόλις τριάντα κάτοικοι. Ίσως και λιγότεροι -κουνήσου από τη θέση σου.
Ο ήλιος κεντά τις αχτίδες του ανάμεσα στις βουκαμβίλιες και ο τόπος αστράφτει ομορφάδα. Και σκέφτομαι πως ετούτο το μέρος, που ήρθε κι αγάπησε το τοπίο του, που ξάπλωσε αρμονικά απάνου στα αραδιασμένα βότσαλα, θα μπορούσε να αποτελέσει πρότυπο. Για τόσους και τόσους άλλους οικισμούς -και πόλεις και κωμοπόλεις και χωριά- που δεν σεβάστηκαν διόλου την αισθητική του δικού τους τοπίου. Και την συνέτριψαν. Αντίς να τη σεβαστούν και να την εφροντίσουν. Άνθρωποι και πέτρες ήρθανε κι αγκαλιάστηκαν εδώ. Και ζούνε ευτυχισμένοι εκατοντάδες χρόνια.
Με ετούτες τις σκέψεις, ξαναπήρα το δρόμο ανάμεσα στους βώλακες. Και χάθηκα στις άκρες των οριζόντων τους.
0 Comments :
Δημοσίευση σχολίου