Ο ελεγκτής της εφορίας μπαίνει στο εστιατόριο. Κάνει μια βόλτα στα τραπέζια,
διαπιστώνει ότι δεν έχουν κοπεί πέντε αποδείξεις.
Ο επιχειρηματίας έχει μόλις εξασφαλίσει πρόστιμο 1.250 ευρώ. Πέντε αποδείξεις με 250 ευρώ η κάθε μία.
Από αυτό το πρόστιμο, στο τέλος είναι αμφίβολο αν θα εισπραχθούν 6 ευρώ. Η εισπραξιμότητα των προστίμων ανέρχεται στο 0,47%. Σαράντα επτά λεπτά του ευρώ, για κάθε εκατό ευρώ προστίμων που επιβάλλονται...
Με αυτό το ιστορικό και με δεδομένο ότι η μη έκδοση αποδείξεων ζει και βασιλεύει (στους 37.716 ελέγχους που διενεργήθηκαν από τις 27 Ιουλίου έως τις 20 Σεπτεμβρίου διαπιστώθηκαν 22.041 παραβάσεις από 7.282 επιχειρήσεις), το υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζεται να κάνει το μεγάλο βήμα.
Να κόψει τα πρόστιμα και να το γυρίσει στο φόρο με το ...μάτι ή αλλιώς στον «εκτιμώμενο φόρο».
Το θέμα συζητήθηκε στις επαφές στελεχών του υπουργείου Οικονομικών και της ΓΓΔΕ με την ομάδα τεχνικής βοήθειας των δανειστών, στο πλαίσιο εξορθολογισμού των προστίμων της εφορίας και σύμφωνα με πηγή που έχει γνώση των συζητήσεων «είναι η ώρα να σταματήσουμε να κυνηγάμε πρόστιμα και να αρχίσουμε να κυνηγάμε το φόρο».
Κάπως έτσι, στο τραπέζι των συζητήσεων έπεσε η παράμετρος του εκτιμώμενου φόρου, ως υποκατάστατο των τσουχτερών προστίμων.
Το νομικό υπόβαθρο υπάρχει. Στο άρθρο 33 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας προβλέπεται η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης να βεβαιώνει φόρο κατ΄ εκτίμηση.
Ορίζεται συγκεκριμένα ότι «σε περιπτώσεις που ο φορολογούμενος, παρά την υποχρέωσή του να υποβάλει φορολογική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας, δεν υποβάλει φορολογική δήλωση, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εκδώσει πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου ορίζοντας τη φορολογητέα ύλη, με βάση κάθε στοιχείο και πληροφορία που έχει στη διάθεσή της».
Το μέτρο ενσωματώθηκε στον ΚΦΔ ως μέσο πίεσης των φορολογουμένων να υποβάλλουν δηλώσεις. Μάλιστα, με την υποβολή δήλωσης, ο εκτιμώμενος φόρος ορίζεται πως ακυρώνεται.
Τώρα, η διάταξη αυτή σχεδιάζεται να επεκταθεί. Να αφορά δηλαδή εκτός από τις μη υποβληθείσες δηλώσεις και τις μη εκδοθείσες αποδείξεις.
Στην περίπτωση όπου τα σενάρια, πάρουν τελικά τη μορφή νομοθετικής διάταξης, σύντομα όσοι δεν εκδίδουν αποδείξεις θα βρουν τον μπελά τους σε πολλαπλάσιο επίπεδο σε σχέση με τα σημερινά πρόστιμα.
Είναι άλλο να μπαίνει πρόστιμο για την μη έκδοση 10 αποδείξεων σε μια μέρα και άλλο να καταλήγει ο ελεγκτής στο συμπέρασμα ότι η επιχείρηση, τον τελευταίο χρόνο δεν έχει εκδώσει 1.000 αποδείξεις, άρα έχει αποκρύψει εισόδημα χιλιάδων ευρώ, για το οποίο οφείλει τον ανάλογο φόρο, συν το πρόστιμο.
Σήμερα, κάθε απόδειξη η οποία δεν εκδίδεται, κοστίζει στον παραβάτη πρόστιμο από 250 έως και 500 ευρώ ανάλογα με τον τύπο των τηρούμενων βιβλίων.
Ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, ορίζει πλαφόν 30.000 ευρώ, όσον αφορά τα πρόστιμα μη έκδοσης αποδείξεων, ανά φορολογικό έλεγχο.
Έτσι, αν σήμερα εντοπιστεί ένας επιχειρηματίας, για παράδειγμα στον κλάδο της εστίασης, να μην έχει εκδώσει δέκα αποδείξεις, αυτόματα του επιβάλλεται πρόστιμο 2.500 ευρώ, το οποίο όμως σπανίως εισπράττεται.
Αν μάλιστα, μέσα σε μια πενταετία, εντοπιστεί και πάλι κατόπιν ελέγχου, η ίδια παράβαση στην ίδια επιχείρηση, τα πρόστιμα διπλασιάζονται και στην περίπτωση όπου ο φορολογούμενος υποπέσει και πάλι στη συνέχεια στην ίδια παράβαση, το πρόστιμο τετραπλασιάζεται.
Για να διπλασιαστεί το πρόστιμο ή να τετραπλασιαστεί, θα πρέπει να ξαναγίνει έλεγχος μέσα σε μια πενταετία και το ελεγκτικό δυναμικό του υπουργείου παραμένει ελλιπές. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση όμως, το πρόστιμο είναι αμφίβολο αν θα εισπραχθεί.
Ο στόχος της μετάβασης στο νέο σύστημα είναι απλός. Να δημιουργηθεί ο φόβος ότι αν εντοπιστεί ελεύθερος επαγγελματίας ή επιχείρηση να μην εκδίδει αποδείξεις, θα το πληρώσει ακριβά σε φόρο και όχι σε πρόστιμα στα χαρτιά.
Από αυτό το πρόστιμο, στο τέλος είναι αμφίβολο αν θα εισπραχθούν 6 ευρώ. Η εισπραξιμότητα των προστίμων ανέρχεται στο 0,47%. Σαράντα επτά λεπτά του ευρώ, για κάθε εκατό ευρώ προστίμων που επιβάλλονται...
Με αυτό το ιστορικό και με δεδομένο ότι η μη έκδοση αποδείξεων ζει και βασιλεύει (στους 37.716 ελέγχους που διενεργήθηκαν από τις 27 Ιουλίου έως τις 20 Σεπτεμβρίου διαπιστώθηκαν 22.041 παραβάσεις από 7.282 επιχειρήσεις), το υπουργείο Οικονομικών ετοιμάζεται να κάνει το μεγάλο βήμα.
Να κόψει τα πρόστιμα και να το γυρίσει στο φόρο με το ...μάτι ή αλλιώς στον «εκτιμώμενο φόρο».
Το θέμα συζητήθηκε στις επαφές στελεχών του υπουργείου Οικονομικών και της ΓΓΔΕ με την ομάδα τεχνικής βοήθειας των δανειστών, στο πλαίσιο εξορθολογισμού των προστίμων της εφορίας και σύμφωνα με πηγή που έχει γνώση των συζητήσεων «είναι η ώρα να σταματήσουμε να κυνηγάμε πρόστιμα και να αρχίσουμε να κυνηγάμε το φόρο».
Κάπως έτσι, στο τραπέζι των συζητήσεων έπεσε η παράμετρος του εκτιμώμενου φόρου, ως υποκατάστατο των τσουχτερών προστίμων.
Το νομικό υπόβαθρο υπάρχει. Στο άρθρο 33 του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας προβλέπεται η δυνατότητα της Φορολογικής Διοίκησης να βεβαιώνει φόρο κατ΄ εκτίμηση.
Ορίζεται συγκεκριμένα ότι «σε περιπτώσεις που ο φορολογούμενος, παρά την υποχρέωσή του να υποβάλει φορολογική δήλωση σύμφωνα με τις διατάξεις της φορολογικής νομοθεσίας, δεν υποβάλει φορολογική δήλωση, η Φορολογική Διοίκηση δύναται να εκδώσει πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου ορίζοντας τη φορολογητέα ύλη, με βάση κάθε στοιχείο και πληροφορία που έχει στη διάθεσή της».
Το μέτρο ενσωματώθηκε στον ΚΦΔ ως μέσο πίεσης των φορολογουμένων να υποβάλλουν δηλώσεις. Μάλιστα, με την υποβολή δήλωσης, ο εκτιμώμενος φόρος ορίζεται πως ακυρώνεται.
Τώρα, η διάταξη αυτή σχεδιάζεται να επεκταθεί. Να αφορά δηλαδή εκτός από τις μη υποβληθείσες δηλώσεις και τις μη εκδοθείσες αποδείξεις.
Στην περίπτωση όπου τα σενάρια, πάρουν τελικά τη μορφή νομοθετικής διάταξης, σύντομα όσοι δεν εκδίδουν αποδείξεις θα βρουν τον μπελά τους σε πολλαπλάσιο επίπεδο σε σχέση με τα σημερινά πρόστιμα.
Είναι άλλο να μπαίνει πρόστιμο για την μη έκδοση 10 αποδείξεων σε μια μέρα και άλλο να καταλήγει ο ελεγκτής στο συμπέρασμα ότι η επιχείρηση, τον τελευταίο χρόνο δεν έχει εκδώσει 1.000 αποδείξεις, άρα έχει αποκρύψει εισόδημα χιλιάδων ευρώ, για το οποίο οφείλει τον ανάλογο φόρο, συν το πρόστιμο.
Σήμερα, κάθε απόδειξη η οποία δεν εκδίδεται, κοστίζει στον παραβάτη πρόστιμο από 250 έως και 500 ευρώ ανάλογα με τον τύπο των τηρούμενων βιβλίων.
Ο Κώδικας Φορολογικής Διαδικασίας, ορίζει πλαφόν 30.000 ευρώ, όσον αφορά τα πρόστιμα μη έκδοσης αποδείξεων, ανά φορολογικό έλεγχο.
Έτσι, αν σήμερα εντοπιστεί ένας επιχειρηματίας, για παράδειγμα στον κλάδο της εστίασης, να μην έχει εκδώσει δέκα αποδείξεις, αυτόματα του επιβάλλεται πρόστιμο 2.500 ευρώ, το οποίο όμως σπανίως εισπράττεται.
Αν μάλιστα, μέσα σε μια πενταετία, εντοπιστεί και πάλι κατόπιν ελέγχου, η ίδια παράβαση στην ίδια επιχείρηση, τα πρόστιμα διπλασιάζονται και στην περίπτωση όπου ο φορολογούμενος υποπέσει και πάλι στη συνέχεια στην ίδια παράβαση, το πρόστιμο τετραπλασιάζεται.
Για να διπλασιαστεί το πρόστιμο ή να τετραπλασιαστεί, θα πρέπει να ξαναγίνει έλεγχος μέσα σε μια πενταετία και το ελεγκτικό δυναμικό του υπουργείου παραμένει ελλιπές. Ακόμα και σε αυτή την περίπτωση όμως, το πρόστιμο είναι αμφίβολο αν θα εισπραχθεί.
Ο στόχος της μετάβασης στο νέο σύστημα είναι απλός. Να δημιουργηθεί ο φόβος ότι αν εντοπιστεί ελεύθερος επαγγελματίας ή επιχείρηση να μην εκδίδει αποδείξεις, θα το πληρώσει ακριβά σε φόρο και όχι σε πρόστιμα στα χαρτιά.
ΠΗΓΗ: Euro2day - naxostimes.gr
0 Comments :
Δημοσίευση σχολίου