Του Στέφανου Μίλεση
Τα παλαιότερα χρόνια η αναχώρηση από τον Πειραιά παραμονές της εορτής της Παναγίας με προορισμό το «ιερό» νησί της Τήνου ή το λευκό νησί καθώς μόνο αυτό αποκαλούσαν έτσι, ήταν ένας θεσμός απαράβατος που χιλιάδες οικογένειες ακολουθούσαν. Για παράδειγμα το 1925 παραμονές της Παναγίας, αναχώρησαν από το λιμάνι του Πειραιά για την Τήνο και μόνο 70 χιλιάδες προσκυνητές!
Το 1927 αναχώρησαν 50 χιλιάδες προσκυνητές ενώ το 1929 έφυγαν 40 χιλιάδες.
Ένα τέτοιο ταξίδι την εποχή εκείνη δεν ήταν εύκολο διόλου. Όμως η θρησκευτικότητα που ήταν τόσο ριζωμένη στην ψυχή του Έλληνα εκείνο τον καιρό, του δημιουργούσε την πεποίθηση, πως η ζωή του δεν θα βρισκόταν σε κίνδυνο, την στιγμή που εκείνος πήγαινε να προσκυνήσει την Παναγία.
Τα μελτέμια που έγιναν "γνωστά" και στους βουνίσιους:
Οι περισσότεροι άνθρωποι από εκείνα τα ταξίδια γνώρισαν για πρώτη φορά τους θαλασσινούς ανέμους, τα Αυγουστιάτικα μελτέμια, που έγιναν «γνωστά» από εκείνα τα ταξίδια στην Τήνο. Νέες κομψοντυμένες έμπαιναν γεμάτες ζωντάνια στον Πειραιά και το ξημέρωμα της επόμενης ημέρας τις έβρισκε έξω από την Τήνο χλωμές, κουρασμένες, πραγματικά αγνώριστες. Γιατί ένα ταξίδι στην Τήνο εκτός από μια θρησκευτική εμπειρία, ήταν συνάμα και μια ταξιδιωτική περιπέτεια καθώς διαρκούσε οκτώ και δέκα ώρες κάτω από αντίξοες συνθήκες συχνά νυκτερινές, αφού τα πλοία ταξίδευαν ολονυχτίς με τα στοιχειώδη βοηθήματα ναυσιπλοΐας.
Οι "Μαγδαληνές" και οι δαγκειόπληκτοι:
Άλλοι μεταφέρανε τα πράγματά τους μέσα σε μπόγους, θυμίζοντας πρόσφυγες ή μετανάστες που έφευγαν για την Αμερική, στρατιώτες και ναύτες που ταξίδευαν φέροντας υποχρεωτικά τις στολές τους, «Μαγδαληνές» που έφευγαν για λίγο από το μεγάλο λιμάνι της αμαρτίας για να καθαριστούν από τις σκιές της ζωής τους.
Ένα ετερογενές πλήθος που όμως είχε τον ίδιο συνδετικό κρίκο, που ήταν η έντονη πίστη τους για την Παναγία και την θαυματουργή εικόνα της στην Τήνο. Ανάμεσά τους άρρωστοι, παραλυτικοί, ακρωτηριασμένοι, τυφλοί, κουφοί, φυματικοί, δαγκειόπληκτοι. Μέχρι την τελευταία ημέρα που ήταν η 14η Αυγούστου, παραμονή της εορτής της Παναγίας, τα πλοία πηγαινοέρχονταν διαρκώς μεταφέροντας μια στρατιά απελπισμένων που προσδοκούσαν την ελπίδα της λύτρωσής τους σε εκείνο το ταξίδι. Ακόμη και στις 15 Αυγούστου τα πλοία συνέχιζαν να αναχωρούν για την Τήνο για ένα προσκύνημα έστω της τελευταίας στιγμής. Αυτά ήταν τα τελευταία καράβια της νηοπομπής!
Ήταν γνωστό πως όσοι έφευγαν νωρίτερα, είχαν την οικονομική ευχέρεια κίνησης. Είχαν την οικονομική αντοχή να εγκαταλείψουν με ότι καταπιάνονταν και να ταξιδέψουν έγκαιρα.
Το τάμα που ξεκινούσε από τον Πειραιά:
Χιλιάδες ανθρώπων με καρδιά πλημμυρισμένη από ευλάβεια και πίστη ξεκινούσαν την αγρυπνία τους από την αποβάθρα του πειραϊκού λιμανιού και το κατάστρωμα του πλοίου μέχρι και τον προαύλιο χώρο της εκκλησίας της Τήνου.
Το φαινόμενο των παραλυτικών στους δρόμους της Τήνου, που με μόνο βοηθό τα ίδια τους τα χέρια, έσερναν τον ανηφορικό προς την εκκλησία δρόμο, δεν αποτελούσε γνώριμη εικόνα μόνο στο νησί της Τήνου, αλλά και του λιμανιού του Πειραιά, αφού πρώτα από εδώ επιβιβάζονταν στα πλοία. Κωφάλαλοι, παιδιά αλλά και μεγάλοι χωρίς πόδια, χωρίς χέρια, φρενοπαθείς, άνθρωποι με διάφορες αναπηρίες, άλλοι με πατερίτσες, άλλοι με καροτσάκια, κάποιοι στους ώμους άλλων!
Ανάπηρος στην Τήνο το 1929 |
Το τάμα στην Μεγαλόχαρη ξεκινούσε πρώτα από τις αποβάθρες του Πειραιά. Από εδώ δινόταν το σύνθημα της μεγάλης εξόδου. Από εδώ κυριαρχούσε πρώτα η μυρωδιά του λιβανωτού που έφτανε στην Τήνο αναμιγμένο με τον καπνό των πειραϊκών ατμόπλοιων.
Από τον Πειραιά αυτά τα πλήθη ξεκινούσαν τις ικεσίες τους προσευχόμενα για την ικανοποίηση των αιτημάτων τους. Και αυτές οι άλλοτε βουβές, άλλοτε βροντερές ικεσίες αναμιγνύονταν με τον βόμβο των μηχανών των πλοίων και τις φωνές των πληρωμάτων, δίνοντας στο λιμάνι την χαρακτηριστική εκείνη εικόνα των παραμονών της εορτής της Μεγαλόχαρης.
Το "μάννα" των προσκηνυτών της Τήνου και το πραγματικό θαύμα:
Βέβαια η εκπλήρωση ενός τέτοιου τάματος δεν απαιτούσε οικονομική αιμορραγία εκ μέρους των προσκυνητών. Ειδικά για τον εορτασμό της Παναγίας στην Τήνο, τα ναύλα ήταν χαμηλά, ενώ τα ξενοδοχεία στην Τήνο ήταν απλά άγνωστα! Όλοι διανυκτέρευαν στο ξενοδοχείο των πολλών αστέρων, κάτω δηλαδή από τον έναστρο Αυγουστιάτικο ουρανό. Και για φαγητό; Τα περίφημα φραγκόσυκα της Τήνου που αφθονούσαν τότε διάσπαρτα σε όλο το νησί. Αυτό ήταν το "μάννα" των πιστών όχι από τον ουρανό, αλλά από το ουράνιο νησί της Τήνου.
Την δεκαετία του ’20 περισσότερα από δεκαπέντε ατμόπλοια από όλες τις εταιρείες διέκοπταν τα συνήθη δρομολόγιά τους, για να μπορέσουν να καλύψουν το γιγαντιαίο πλήθος που εξορμούσε στο λευκό νησί. Αληθινός άθλος μετακίνησης, να φτάσει κάθε ταξιδιώτης σώος και αβλαβής στο νησί και να επιστρέψει εξίσου σώος πίσω στην ασφάλεια του σπιτιού του. Αυτό ήταν το πραγματικό θαύμα της Παναγιάς! Το στοίβαγμα σε όλα αυτά τα πλοία, ξεπερνούσε τον επιτρεπτό αριθμό των επιβαινόντων ενώ η εικόνα απέδιδε σκηνές όμοιες με εκείνες της πρόσφατης τότε Μικρασιατικής καταστροφής. Και αυτοί οι άνθρωποι οι τόσο άσχημα στοιβαγμένοι πάνω στα καταστρώματα των πλοίων δεν θα είχαν καμία τύχη αν τότε γινόταν το μοιραίο!
Και στις λιθόστρωτες τότε αποβάθρες του Πειραιά; Κι εκεί πραγματικός χαμός! Στρώματα, μπόγοι με ρούχα, τρόφιμα και εικονίσματα, άνθρωποι υγιείς και άρρωστοι όλοι μαζί κατά μήκος όλου του λιμανιού, αφού από όλα τα σημεία του λιμανιού αναχωρούσαν τα πλοία προς την Τήνο. Και η επιβίβαση στα πλοία, δεν απαιτούσε μια απλή ανάβαση της κλίμακας του πλοίου όπως γίνεται σήμερα, αλλά ένα πέρασμα από την μικρή λέμβο του βαρκάρη στο πλοίο που δεν μπορούσε ακόμη να πλευρίσει στην προκυμαία καθώς η εκβάθυνση του λιμανιού δεν είχε γίνει ακόμη. Η ανάβαση στο πλοίο μόνο με βάρκες ήταν εφικτή.
Το "πλεύρισμα" των βαρκάρηδων:
Και αυτοί οι βαρκάρηδες του λιμανιού ήταν οι μόνοι που δεν έκαναν σκόντο τις μέρες αυτές. Αντιθέτως οι άτιμοι ανέβαζαν τις τιμές. Πού θα έβρισκαν τέτοια ευκαιρία; Και πριν με τις βάρκες τους πλευρίσουν τα ύφαλα των πλοίων, πλεύριζαν οι ίδιοι πρώτα τους υποψήφιους επιβάτες! Στημένοι αρκετοί από αυτούς στην έξοδο του σιδηροδρομικού σταθμού, πλησίαζαν λέγοντας χαμηλόφωνα σχεδόν συνωμοτικά «εξήντα εννιά δραχμές και η βάρκα δική σου!». Και το έλεγαν έτσι για να μην ακούσει ο διπλανός που ο «συνάδελφος» του έδινε άλλη τιμή «πενήντα τρεις δραχμές και στο καράβι». Η ταρίφα βλέπετε ήταν ανάλογη του παρουσιαστικού του θύματος, του ανυποψίαστου επιβάτη!
Το λάδι και το ξύδι των βαρκάρηδων:
Πολλοί επιβάτες όμως που γνώριζαν πως το κλείσιμο του βαρκάρη από τον σταθμό το πληρώνεις ακριβά, προτιμούσαν να πάνε μέχρι την Ακτή Τζελέπη. Εκεί όπου Ομηρικές μάχες μεταξύ των βαρκάρηδων λάμβαναν χώρα. Άλλοι έκαναν τους αβανταδόρους σε συγκεκριμένα πλοία, «έλα έλα έλα με το Υδράκι», ενώ άλλοι φώναζαν απλά «λάδι» που σήμαινε πως στο πλοίο που θα σε πάω εγώ, κάνει την θάλασσα λάδι! Και όταν έπειθαν αυτούς που είχαν βάλει στόχο να πάρουν μετά φώναζαν πειραχτικά "ξύδι", που έπρεπε να πιουν οι αντίπαλοι βαρκάρηδες που έχασαν τα κελεπούρια!
Επιβίβαση στις βάρκες, δεκαπενταύγουστος 1930 |
Όλος ο Πειραιάς μεταβαλλόταν σε ένα πεδίο μάχης. Και ο απλός παρατηρητής που έβλεπε όλο αυτό το πλήθος απορούσε.
- Πώς είναι δυνατόν να διεκπεραιωθεί ένα τέτοιο πλήθος;
- Πού βρίσκονταν όλοι αυτοί οι άνθρωποι;
Και άλλοι που έφταναν αποβραδίς στον Πειραιά με το τραίνο για να πάρουν τα πρωινά δρομολόγια διανυκτέρευαν όπου μπορούσαν. Πόσες οικογένειες δεν έχει γνωρίσει αυτή η οδός Πλούτωνος;
Η παρηγοριά της Ευαγγελίστριας του Πειραιά:
Και κάποτε τα πλοία αναχωρούσαν σφυρίζοντας με τη μπουρού τόσο, που ακούγονταν αργότερα μέχρι την άλλη Παναγία, αυτήν του Πειραιά, της Ευαγγελίστριας! Της εκκλησίας που ορθώθηκε ειδικά με τον σκοπό, να στεγάσει όσους δεν κατάφεραν να επιβιβαστούν στα πλοία. Γιατί η Ευαγγελίστρια του Πειραιά, γιαυτό τον λόγο φτιάχτηκε! Για να παρέχει παρηγοριά στον προσκυνητή που δεν στάθηκε τυχερός να ανέβει στο κατάστρωμα. Για να μην φύγει άπρακτος από το μεγάλο λιμάνι ο απογοητεύμενος χωριάτης, ο Γιαννιώτης, ο Επτανήσιος ή ο Στερεοελλαδίτης που μετά από μακρινό ταξίδι έχασε το πλοίο! Γιατί η Ευαγγελίστρια του Πειραιά, λειτουργούσε παρηγοριτικά σαν μια άλλη Παναγία όχι της Τήνου αλλά του Πειραιά για τους μη ταξιδιώτες που ένοιωθαν δύο φορές κακοτυχία όχι μόνο γιατί δεν ταξίδεψαν αλλά και γιατί δεν εκπλήρωσαν το τάμα τους! Εκεί μπορούσαν επιτέλους κι αυτοί να πουν "Δόξα νάχει τ΄ όνομα της Παναγίας μας! Αξιωθήκαμε να προσκηνύσουμε!"
Η Ευαγγελίστρια Πειραιά το 1929. Η Παναγία της παρηγοριάς για εκείνους που δεν κατάφεραν να εκπληρώσουν το τάμα τους στην Τήνο |
Τραγούδι και Άγιος ο Θεός:
Όσο για εκείνους, τους τυχερούς ταξιδιώτες προσκυνητές, μόλις το πλοίο ξεκινούσε όλοι μαζί από τα καταστρώματα των πλοίων τραγουδούσαν μη μπορώντας να κρύψουν την χαρά τους! Από εκεί βγήκε το «τραγούδι κι Άγιος ο Θεός»! Τα κοριτσόπουλα γελούν, τραγουδούν με την βοήθεια μιας κιθάρας ή μια λησμονημένης ρομβίας. Ο ύπνος έτσι κι αλλιώς ήταν αδύνατος. Η υπερένταση του ταξιδιού, η προσμονή στο νησί δεν αφήνουν τα βλέφαρα να κλείσουν.
Αργότερα που το λιμάνι θα βαθύνει, τα πλοία θα πιάνουν απευθείας ντόκο και η ανάβαση με κλίμακες θα διευκολύνει και θα συντομεύσει την επιβίβαση.
Επιβίβαση με κλίμακες στα πλοία. Οι βαρκάρηδες είναι παρελθόν |
Προσκύνημα στην Τήνο δεκαετία '80 |
Τότε το τάμα του κόσμου της σκληρής βιοπάλης, των φτωχών αλλά ευλαβών, έγινε πολύ πιο εύκολο. Δυστυχώς με το πέρασμα των χρόνων παρότι οι συνθήκες γίνονταν καλύτερες, τα πλοία ταχύτερα, τα λιμάνια εκσυγχρονίστηκαν, το θρησκευτικό αίσθημα παραμερίστηκε. Η δύναμη της πίστης που γέμιζε κάποτε ασφυκτικά όλο το μήκος του λιμανιού, στις μέρες μας χάθηκε. Σήμερα το λιμάνι γεμίζει μόνο για τα κοσμοπολίτικα νησιά, άλλοι ναοί εμφανίσθηκαν του ποτού, του ξενυχτιού και της διασκέδασης. Οι λαμπάδες που κάποτε κρατούσαν οι πιτσιρικάδες -ίσα με το μπόι τους- αντικαταστάθηκαν από παιγνιδομηχανές, τα αναθύματα των πιστών έγιναν τα κινητά τηλέφωνα και οι πρόχειροι μπόγοι ρούχων έγιναν σαμσονάιτ. Η ευγνωμοσύνη των πιστών έγινε αγάπη προς το ευρώ, φόβο μην χαθεί όχι η πίστη αλλά το χρήμα και τα φραγκόσυκα της Τήνου έγιναν περιφραγμένα οικόπεδα, καφετέριες και πιτσαρίες.
Το τελευταίο καράβι για Τήνο έφυγε από τον Πειραιά όχι κάποιο μεσημέρι Δεκαπενταύγουστου, αλλά χρόνια πριν και μαζί του πήρε την πίστη και την λατρεία. Στο λιμάνι του Πειραιά το μόνο που έμεινε σήμερα είναι άνθρωποι αλυσοδεμένοι από ανάγκες, από κακοτυχία καθώς βρίσκονται εξαρτημένοι από τα λεφτά, από τα υλικά αγαθά, χαμένοι σε έναν κόσμο που απελπισμένοι αγωνίζονται να διατηρήσουν.
Το τελευταίο καράβι για την Τήνο, έφυγε για πάντα....
Στέφανος Μίλεσης
0 Comments :
Δημοσίευση σχολίου